μεταλλῖτις

μεταλλῖτις
μεταλλῖτις
containing minerals
fem nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • μεταλλίτης — ο, θηλ. μεταλλίτις και μεταλλίτιδα (Α μεταλλίτης, θηλ. μεταλλῑτις, ίτιδος) αυτός που εμπεριέχει μεταλλεύματα νεοελλ. φρ. «μεταλλίτις γη» ή «μεταλλίτιδες άμμοι» (πετρογρ.) είδος άμμων οι οποίες εκτός τών κόκκων χαλαζία περιέχουν ψήγματα πολύτιμων… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”